Παρακολουθήσαμε στις τελευταίες εκλογές και την επίσημη είσοδο του Κόμματος της Κρατικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, της Χρυσής Αυγής, στο κοινοβούλιο. Η προβλέψιμη, αλλά όχι δικαιολογημένη, στήριξη των εθνικιστικών και ρατσιστικών ιδεολογημάτων που εκφράζει η συγκεκριμένη, οργανωμένη από το κράτος, συμμορία χιτλερικών πρακτόρων, από ένα μεγάλο μέρος του κόσμου, σε συνάρτηση με τις δεδομένες ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες, φέρνουν στη μνήμη εποχές και γεγονότα που έχουν γραφτεί στην ιστορία με το αίμα εκατομμυρίων προλετάριων, μνήμες από την περίοδο του Μεσοπολέμου.
Η οικονομική ύφεση του 1929, η απογοήτευση και η πολιτική αστάθεια, επακόλουθα της ήττας της Γερμανίας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς και η ανάπτυξη του γερμανικού κομμουνιστικού κινήματος, ενός από τα πιο ισχυρά τότε στην Ευρώπη, απειλούσαν ανησυχητικά τους καπιταλιστές. Η ανώτερη τάξη, για να καταστείλει το κομμουνιστικό κίνημα επιστράτευσε τις ύστατες εφεδρείες της, το Εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα. Οι Χιτλερικοι χρησιμοποίησαν την προπαγάνδα τους για να επινοήσουν «εσωτερικούς εχθρούς» και να απομονώσουν κοινωνικά και πολιτικά ένα ένα τα μειονοτικά κομμάτια της γερμανικής κοινωνίας. Εφαρμόζοντας την τακτική του «διαίρει και βασίλευε» παρουσίαζαν τις μειονοτικές ομάδες ως τον μοναδικό υπεύθυνο για όλα τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα της περιόδου, με σκοπό να καλλιεργούν ρατσιστικά αντανακλαστικά και να συσπειρώνουν κόσμο γύρω από εθνικιστικά ιδεολογήματα. Έτσι, αφού πρώτα εξόντωσαν με δολοφονίες και πογκρόμ τους Γερμανούς κομμουνιστές, ύστερα, στηριζόμενοι στην παθητικότητα, την ανευθυνότητα και τη γενική αδράνεια της υπόλοιπης γερμανικής κοινωνίας, προβήκαν στη μαζική εξόντωση των τσιγγάνων, των ομοφυλόφυλων, των ψυχασθενών, των ατόμων με ειδικές ανάγκες και τέλος των εβραίων. Όπως ήταν επόμενο για κάθε είδους εθνικισμό, ακολούθησε ο πόλεμος, και μάλιστα ένας από τους πιο αιματηρούς.
Η Χρυσή Αυγή δε διαφέρει πολύ στις μεθόδους της από αυτές των Ναζί του Μεσοπολέμου. Καλλιεργώντας ρατσιστικά αντανακλαστικά, προσπαθεί να συνδέσει τα πραγματικά προβλήματα που βιώνει το σύνολο της κοινωνίας με την παραμονή των μεταναστών σε αυτό τον τόπο. Προφανώς αποπροσανατολίζει τον κόσμο και αποκρύπτει εσκεμμένα ότι μοναδικός υπαίτιος για την κρίση είναι η πολιτική που έχουν επιλέξει αυτή τη στιγμή τα διεθνή και ντόπια αφεντικά, μια πολιτική που εκ φύσεως στρέφεται ενάντια στο σύνολο της κοινωνίας, και που στην πράξη οι χρυσαυγίτες την υπερασπίζονται. Παράλληλα, οι εν λόγω πράκτορες έχουν το θράσος να πλασάρονται και ως οι «αντισυστημικοί ζορό» του κοινοβουλίου.
Ένα κομμάτι της κοινωνίας φαίνεται να καταπίνει αμάσητη την προπαγάνδα τους και να ξεχνάει ότι μοναδική πηγή της μιζέριας του λεγόμενου «τρίτου κόσμου» είναι η σε βάρος του ανάπτυξη της «καπιταλιστικής δύσης». Ίσως αγνοεί ότι, πέρα από τους πολέμους και τη γενικότερη εξαθλίωση και απελπισία που αυτοί φέρνουν, οι διεθνείς μαφίες, με τη συνεργασία και συγκάλυψη των διεθνών αφεντικών, έχουν χτίσει ένα δίκτυο που διακινεί μετανάστες και πρόσφυγες από χώρα σε χώρα, έναντι μεγάλων χρηματικών ποσών, αποτελώντας έτσι ένα σύγχρονο είδος δουλεμπορίου. Αναπαράγει την προπαγάνδα που κάνει λόγο για τους μετανάστες σαν να μην είναι μέρος αυτής της κοινωνίας, και μάλιστα από τα πιο καταπιεσμένα στρώματα: πέρα από τα τεράστια ποσά που δίνουν για να έρθουν σε μια «χώρα παραλαβής», για τα οποία θα πρέπει μετά να δουλεύουν μια ζωή για να τα ξεπληρώσουν στους τοκογλύφους τους, αν δεν πεθάνουν από τις κακουχίες στο ταξίδι, δεν πνιγούν στις θάλασσες και δεν σκοτωθούν στα σύνορα, θα δουλεύουν για μισθούς πείνας, μόλις που θα μπορούν να ζουν την οικογένεια που άφησαν, και θα έχουν να αντιμετωπίσουν τα πογκρόμ της αστυνομίας, τα μαχαιρώματα των φασιστών, τον συνεχή κίνδυνο της απέλασης, και προφανώς τους γνωστούς «ελληναράδες» που νοικιάζουν για 700 ευρώ ένα διαμέρισμα σε πενήντα άτομα, όπως επίσης και τους γνωστούς ιδιοκτήτες γης στην επαρχία που τους προσλαμβάνουν για την περίοδο της συγκομιδής, και ύστερα, όταν έρχεται η ώρα της πληρωμής, φωνάζουν τους μπάτσους για να τους απελάσουν. Η καθημερινότητα ενός μετανάστη φανερώνει πως μόνο η μισάνθρωπη λογική των αφεντικών καπιταλιστών και των ναζί πρακτόρων τους μπορεί να τους καταλογίσει ευθύνες για τα προβλήματα της κοινωνίας. Ίσως το μόνο πράγμα για το οποίο τελικά «φταίνε οι ξένοι» να είναι το ότι δεν έχουν οργανωθεί οι ίδιοι για να αλλάξουν τη μοίρα τους σ’ αυτό τον κόσμο.
Απέναντι σε όλα αυτά, η Χρυσή Αυγή επικαλείται την εγκληματικότητα στο κέντρο της Αθήνας, και παρουσιάζει τους μετανάστες ως υπεύθυνους γι’ αυτή. Εμείς αναγνωρίζουμε ότι η εγκληματικότητα αποτελεί δομικό στοιχείο του καπιταλιστικού συστήματος, καθώς επιχειρήσεις οργανωμένες από τη μαφία όπως διακίνηση ναρκωτικών, σωματεμπορία, εμπόριο όπλων, προστασία μαγαζιών και δρόμων κ.λπ., λειτουργώντας με την εξόφθαλμη κάλυψη από το κράτος, τους δικαστικούς και την αστυνομία, ανοίγουν πολλές νέες αγορές για τους καπιταλιστές και εξασφαλίζουν μεγάλα ποσοστά κέρδους.
Ως αναρχικοί, ανέκαθεν είμαστε ενάντια και έχουμε συγκρουστεί έμπρακτα με τη μαφία στους κοινωνικούς χώρους που κινούμαστε, ενώ δε δείχνουμε καμία ανοχή σε αντικοινωνικά φαινόμενα, όπως μαχαιρώματα και βιασμούς. Επιπλέον, αντιλαμβανόμαστε ότι δεν είναι όλοι οι μετανάστες που βρίσκονται σε αυτό τον τόπο εργάτες, άνεργοι ή μικροπωλητές, δεν έχουν όλοι κοινή ταξική προέλευση, ούτε κοινά συμφέροντα – όπως άλλωστε συμβαίνει και με τους ντόπιους μαφιόζους. Γνωρίζουμε ακόμη ότι ένα κομμάτι μεταναστών είναι όντως οργανωμένο σε μαφίες. Είναι όμως δεδομένο ότι, στους μετανάστες, αλλά και στους ντόπιους που είναι οργανωμένοι σε μαφίες και διακινούν ναρκωτικά, όπλα κ.λπ., εμείς στεκόμαστε απέναντι, όπως και σε κάθε άλλο καπιταλιστή. Γενικά δεν βλέπουμε ούτε φυλές ούτε πατρίδες πίσω από το οργανωμένο έγκλημα, αλλά το κράτος και τον καπιταλισμό, μαζί με όλα τα δεινά που αυτός αναπαράγει. Όπως και να ‘χει, η μαφία αποτελεί μια μικρή μειοψηφία στην κοινωνία. Είναι λοιπόν και πάλι προφανής και γνωστή στην ιστορία η μέθοδος των φασιστών να αποδίδουν συλλογικές ευθύνες σε μειονοτικές κοινωνικές ομάδες. Άλλωστε, η προπαγάνδα είναι η τέχνη της μισής αλήθειας. Αυτό που αποκρύπτουν οι ασφαλίτες της Χρυσής Αυγής είναι η δική τους συμμετοχή στο οργανωμένο έγκλημα.
Ενδεικτικά, αναφέρουμε την περίπτωση του Χρήστου Ρήγα, πρώην υποψήφιου βουλευτή, υποψήφιου περιφερειάρχη Δ. Ελλάδας τον Οκτώβρη του 2010 και μέλος της ΚΕ της Χρυσής Αυγής, ο οποίος συνελήφθη το 2009 για διπλό φονικό-ξεκαθάρισμα λογαριασμών στο Χαλάνδρι. Είχε κατηγορηθεί στο παρελθόν για εκβιασμούς ιδιοκτητών νυχτερινών κέντρων, συμμετοχή σε απόπειρα δολοφονίας και κατασκευή και τοποθέτηση βόμβας μεγάλης ισχύος κοντά στο ΞΕΝΙΑ της Πάρνηθας, σε χώρο όπου είχε κατασκηνώσει ομάδα αναρχικών. Ήταν επίσης ιδιοκτήτης καφέ-μπαρ στην περιοχή του Άγιου Παντελεήμονα, γνωστό και ως το ορμητήριο για τα πογκρόμ των χρυσαυγιτών στην περιοχή.
Πέρα από το τραγελαφικό του να επικαλούνται την εγκληματικότητα για να ξεκινήσουν να πουλάνε μπραβιλίκι σε γνωστές γειτονιές της Αθήνας, στις 10/5 του 2010 έφτασαν στο σημείο, με αφορμή τη δολοφονία του Μανώλη Καντάρη στην οδό Ηπείρου να επικαλεστούν την αξία της ανθρώπινης ζωής, αυτοί, οι μαχαιροβγάλτες οπαδοί των ναζιστών σφαγέων της Ευρώπης, που έχουν ανάμεσά τους από φονιάδες όπως τον Πόρκυ, τον Περίανδρο και την Θέμις Σκορδέλη, μέχρι και εγκληματίες πολέμου από τη συμμετοχή τους το 1994 στον πόλεμο στο πλευρό των Σέρβων της Βοσνίας (σφαγή της Σρεμπρένιτσας), για να εξαπολύσουν πολυήμερο πογκρόμ στο κέντρο της Αθήνας ενάντια σε όποιον είχε μελαμψό δέρμα, με την πλήρη κάλυψη της αστυνομίας. Αποτέλεσμα ήταν να τραυματίσουν σοβαρά δεκάδες, τόσο ντόπιους όσο και μετανάστες, και να δολοφονήσουν έναν 22χρονο νεαρό από το Μπαγκλαντές (που τα ΜΜΕ ούτε το όνομά του δεν έδωσαν στη δημοσιότητα). Γεγονότα που, αν και αρχικά «κεφαλοποίησαν» και χρησιμοποίησαν ως πτωματοφάγοι για να καρπωθούν «πολιτική υπεραξία», ενόψει της προεκλογικής τους εκστρατείας προσπάθησαν να συγκαλύψουν, αλλά που θυμούνται με τρόμο πολύ καλά οι κάτοικοι του «ιστορικού κέντρου».
Η διασπορά του ρατσισμού είναι μια τακτική που ακολουθούν το κράτος και το κεφάλαιο για να αποπροσανατολίσουν τους εκμεταλλευόμενους και να καταστείλουν τις κοινωνικές αντιστάσεις. Βασίζονται στην κυρίαρχη συνθήκη του κοινωνικού κανιβαλισμού, συνθήκη που πηγάζει από τον ανταγωνισμό σε επίπεδο αγοράς και τη λογική της ιδιώτευσης και αναπαράγεται από τη βαθιά αντικοινωνική ουσία του, και έτσι διαχωρίζουν και απομονώνουν τους καταπιεσμένους. Στρέφουν ένα κομμάτι από αυτούς ενάντια σε ένα άλλο, πιο αδύναμο και πιο απομονωμένο από τα υπόλοιπα, πολλές φορές επινοώντας και διάφορους «εσωτερικούς εχθρούς». Οι φασίστες ιστορικά αναλάμβαναν να κάνουν αυτή τη βρόμικη δουλειά. Σήμερα, ξεκινώντας από τους μετανάστες, ύστερα στρεφόμενοι ενάντια στους αναρχικούς και άλλους αγωνιζόμενους, τέλος σε όλους όσοι «διαφωνούν», το μόνο που θέλουν να πετύχουν είναι τη συστηματική εξόντωση των αντιφρονούντων και τη συσπείρωση ενός μέρους της κοινωνίας γύρω από εθνικιστικά ιδεολογήματα, για την ασφάλεια του καθεστώτος. Ιστορικά, ο μόνος δρόμος που μπορεί να πάρει η ανάπτυξη των εθνικιστικών κινημάτων, είναι ο πόλεμος.
Οι αριστερές οργανώσεις, που θέλουν να έχουν τη διαχείριση του μεταναστευτικού, στην πλειοψηφία τους προσφέρουν την απάτη ότι η διαπάλη μέσα από το κοινοβούλιο είναι ο μόνος δρόμος για την καταπολέμηση του εθνικισμού και του ρατσισμού. Προφανώς είναι ψηφοθήρες. Επιθυμώντας από καιρό τη θεσμική νομιμοποίηση των αγώνων τους με είσοδό τους στο κοινοβούλιο, ή την αύξηση των εδρών τους μέσα σε αυτό, έχουν παρατήσει εντελώς στην πράξη την ενεργή συμμετοχή στους αγώνες, ειδικά στο επίπεδο του δρόμου. Φαίνεται να παραγνωρίζουν ότι ο φασισμός πρέπει πάντα να τσακίζεται στο επίπεδο του δρόμου και όχι στο κοινοβούλιο.
Πρέπει να γνωρίζουμε ότι, αν αφήσουμε τους μετανάστες εκτεθειμένους στην κρατική και ναζιστική βία, μετά θα ακολουθήσουμε όλοι εμείς. Αντί λοιπόν να ψάχνουμε για εξιλαστήρια θύματα, να στρέψουμε την οργή και τη βία μας ενάντια σε όλους όσοι καταστρέφουν καθημερινά την κοινωνία και τις ζωές μας: βιομήχανους, εφοπλιστές, μεγολομετόχους, τραπεζίτες, μπάτσους και δικαστικούς. Να απομονώσουμε κοινωνικά αυτούς που κάνουν τη δουλειά του κράτους και της αστυνομίας και αναπαράγουν το ρατσισμό και την ξενοφοβία στις γειτονιές, στα σχολεία, στις σχολές και στις δουλειές μας. Να μην αφήσουμε τους ναζιστές να «προστατεύουν» και να κάνουνε κουμάντο στις γειτονιές μας κάτω από τον κομματικό μανδύα τους, γιατί αύριο θα μας πουλάνε μπραβιλίκι. Να μην αφήσουμε τις πλατείες μας να γίνουν σφαγεία. Να κάνουμε ξεκάθαρο στους απόγονους των ταγματασφαλιτών, ότι σε αυτό τον τόπο, αυτοί που δεν χωράνε είναι αυτοί που άλλοτε, κάτω από τη σβάστικα, αιματοκύλησαν τα χωριά και τις γειτονιές μας.
ΑΝ ΔΕΝ ΑΝΤΙΣΤΑΘΟΥΜΕ Σ’ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΓΕΙΤΟΝΙΕΣ, ΟΙ ΠΟΛΕΙΣ ΜΑΣ ΘΑ ΓΙΝΟΥΝ ΜΟΝΤΕΡΝΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ
ΟΥΤΕ ΦΑΣΙΣΜΟΣ ΟΥΤΕ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΤΩ Ο ΚΡΑΤΙΣΜΟΣ
ΖΗΤΩ Η ΑΝΑΡΧΙΑ
Εδώ μπορείτε να κατεβάσετε το κείμενο σε μορφή pdf: